7.6.08

Η' ΜΕΡΟΣ

Είναι απογευματάκι και ο ήλιος που λούζει κάθε γωνιά του δωματίου μου ήταν αυτός που με έβγαλε από τα σκεπάσματα και ανέβαλε τον μεσημεριανό ύπνο για τις βραδινές ώρες. Οι μέρες είναι ζεστές γι’ αυτό και άφησα μισάνοιχτη την πόρτα του δωματίου για να μπαίνει το δροσερό αεράκι και να διώχνει την αποπνικτική ατμόσφαιρα του σπιτιού. Πάντα όμως με τον κίνδυνο ότι κάποιο γατάκι θα εισβάλει απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα στα ενδότερα του δωματίου, ζητώντας τροφή και παιχνίδια. Τα γατάκια του ακάλυπτου όμως δεν θα έπρεπε να κυνηγάνε ανοιχτές πόρτες για να κρυφτούν, ούτε την τεχνητή ζεστασιά των σπιτιών μας μια τέτοια μέρα, πόσο μάλιστα όταν έχουν εξασφαλίσει τροφή και νερό από την γλυκιά κυριούλα του διπλανού διαμερίσματος. Να πάλι τώρα η φωνή της που καλεί τα γατάκια (ο θεός να τα κάνει) να γευματίσουν ένα απλό καθημερινό γεύμα, το περίσσευμα του μεσημεριανού θα έλεγε κανείς. Ουχί, όμως, τα γατιά αυτά τρέφονται καθημερινά με ζαμπονάκια και μορταδέλες, που μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες τα έχουν μετατρέψει σε παχύδερμα! Και η γλυκιά φωνούλα της καλής τους της τροφού, τα καλεί πάντα, σαν να έχει ραντάρ, τις ώρες που διάλεξες να ξαπλώσεις για να ηρεμήσεις και να χαλαρώσεις. Και τότε έχεις απ’ τη μια τα ψιτ ψιτ της κυρίας και από την άλλη τις γάτες που τρέχουν βολίδα για το δίπλα διαμέρισμα περνώντας πάντα από το παράθυρό σου.
Τώρα μπορεί να με πεις κακιά, εγώ όμως δεν δήλωσα ποτέ φιλόζωη, ούτε πάλι θα μπορούσα να κάνω κακό σε οποιοδήποτε ζωντανό. Σας αναφέρω όμως το περιστατικό αυτό γιατί μου κάνει τρομερή εντύπωση πως μερικοί άνθρωποι μπορούν να είναι τόσο απάνθρωποι με τους συνανθρώπους τους και ταυτόχρονα τόσο τρυφεροί με τα ζωάκια της γειτονιάς. Που και αυτά πάλι αφού τους τάξουν την αγάπη τους, τα ταΐσουν βασιλικά και τους ανοίξουν διάπλατα τις πόρτες της ψυχής τους, όταν αυτά αποφασίσουν να περάσουν το κατώφλι θα φάνε ένα τέτοιο σουτ που παρόμοιό τους δεν έχει ξαναυπάρξει. Και είναι αυτή η ίδια κυρία που όταν ήμασταν μικρά και στο παιχνίδι μας οι μπάλες έπαιρναν το λάθος δρόμο για το μπαλκόνι της διαγράφονταν μια και καλή από τα προσωπικά μας αντικείμενα. Και τι άνθρωπος μπορεί να είσαι όταν αντί να λυγίζεις μπροστά σε μια πεντάχρονη ψυχούλα που κλαίει και ζητάει το παιχνίδι της εσύ το απειλείς πως την επόμενη φορά θα έχει την ίδια κατάληξη με την μπάλα που με μιας σκάει σαν μπαλόνι από την βελόνα της κυρίας. Μα, ο ίδιος άνθρωπος που θα τρέξει όλο ενδιαφέρον να μάθει για την υγεία του γείτονα, από αλτρουιστικό καθαρά ενδιαφέρον, για τα παιδιά, το σύζυγο, τα εγγόνια, το μπατζανάκη, τη συμπεθέρα, τη συννυφάδα, το μεσημεριανό, τη δουλειά, το σχολείο, τον άγνωστο που σε επισκέφτηκε την περασμένη Τετάρτη το πρωί! Κι αν έπαψαν οι πολυκατοικίες να έχουν θυρωρούς, η δικιά μας έχει τον καλύτερο, εθελοντικά εργαζόμενο, με σηκωμένα τα ραντάρ οχτώ ημέρες την εβδομάδα, που λένε και οι Beatles.
Έτσι λοιπόν, ποιος άλλος από αυτήν θα πρόφταινε στους δικούς μου τα σούρτα φέρτα της κόρης τους με τ’ αυτοκίνητο ενός ψηλού. Μωρέ σαν πολλά δεν ξέρει και λέει αυτή. Λόγος όμως να τρομάζει όποιος δεν έχει λερωμένη τη φωλιά του δεν υπάρχει κανένας. Μήπως τους έκρυψα εγώ την ύπαρξη του Αλέξη; Τώρα αν θέλουν κι αυτοί να πλάθουν με το μυαλό τους τις ιστορίες που πλάθω κι εγώ κάθε που κοιμάμαι και ξυπνάω αγκαλιά με το μαξιλάρι μου, είναι δικό τους πρόβλημα. Εμείς πάλι είμαστε απλώς φίλοι και συμφοιτητές!
(...)

Δεν υπάρχουν σχόλια: